Βάνια Σύρμου, “ Camera Obscura”
Όταν η ζωή αποφασίσει να σου χαμογελάσει ξανά, θα σε βρει όπου κι αν κρύβεσαι, όσο κι αν αντιστέκεσαι. Θα καταφέρει να μπει κρυφά μέσ’ από κείνη τη μικρή χαραμάδα που άφησες άθελά σου όταν αποφάσισες να την κλείσεις ξαφνικά απέξω.
Κι όταν ξαφνιαστείς που θα τη δεις αναπάντεχα μες στο σκοτάδι, εκείνη θα ‘ρθει κοντά σου και θα σε πάρει απ’ το χέρι για να σε βγάλει πάλι στο φως.
(«Μουσική Δωματίου»)
Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο της συναδέλφου μας στο CGS, φιλολόγου του ΜΥΡ, Βάνιας Σύρμου, “ Camera Obscura”( εκδ. Ιωλκός). Το ιδιαίτερα καλαίσθητο εξώφυλλο, που θυμίζει καλειδοσκόπιο, και ο τίτλος σε προϊδεάζουν ήδη γι’ αυτό που θα συναντήσεις: σ’ αυτή την εξαιρετική συλλογή διηγημάτων, σαν μέσα από το άνοιγμα ενός σκοτεινού θαλάμου, η συγγραφέας εστιάζει σε μικρά επεισόδια της ανθρώπινης ζωής και τα αποτυπώνει με φωτογραφική ενάργεια και φιλοσοφική διάθεση.
Πρόκειται για σαράντα διηγήματα βραχείας φόρμας, που μοιάζουν με τη συγγραφέα τους: στιβαρά, λιτά και έντονα ταυτόχρονα. Ούτε μια λέξη δεν περισσεύει. Μέσα στις λίγες, πυκνές σελίδες του κάθε διηγήματος, αλλά και σε όσα δίνονται υπαινικτικά ανάμεσα στις γραμμές, περνάει από μπροστά μας ένα σκηνικό, μια σχέση ή μια ολόκληρη ζωή.
Το τέλος, που συχνά κρύβει μια ανατροπή, μας αφήνει φορτισμένους, μελαγχολικούς, έκπληκτους ή και μουδιασμένους, όπως όταν ακολουθούμε τη μοναχική γυναίκα στον σπαρακτικό «Τερματικό Σταθμό», ή τον θυμωμένο άστεγο στο «Στρώμα διπλό».
Άλλες φορές πάλι, η κατάφαση στη ζωή και το φως βρίσκει τον τρόπο να τρυπώνει μέσα στη σκοτεινιά, είτε μέσα από τη συνειδητή απόφαση του πρωταγωνιστή (όπως στο «Με δικό της νήμα», όπου η ηρωίδα διακόπτει το μοτίβο της οικογενειακής κακοποίησης για να αρχίσει μια άλλη ζωή), είτε με όχημα τη μουσική (όπως στα «Μουσική δωματίου» και «Allegro forte στον ακάλυπτο»), είτε μέσα από την ανθρώπινη συνύπαρξη ή με κάποια άλλη αφορμή.
Οι ήρωες είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, κι οι ιστορίες τους γράφονται μέσα σε μισοσκότεινα διαμερίσματα κι ακάλυπτους πολυκατοικιών, σε επαρχιακές αυλές και καλντερίμια νησιών της άγονης γραμμής. Οι ιστορίες αφορούν τις προσωπικές τους σχέσεις, δεν είναι όμως αποκομμένες από το κοινωνικό πλαίσιο της σύγχρονης Ελλάδας και τα προβλήματά της, την κρίση, την πανδημία.
Η εγγονή που πάει για δουλειά στη Γερμανία, δίνοντας ψεύτικη, παρηγορητική υπόσχεση στη γιαγιά, η οικογένεια του άνεργου που καταφεύγει στο κοινωνικό παντοπωλείο κι ο γιος της που οδηγείται στην κλοπή, η μοναχική γυναίκα, ο μοναχικός συνταξιούχος, η τραγουδίστρια στο επαρχιακό σκυλάδικο, η γυναίκα που αποκτά παιδί με παρένθετη μητέρα, το παιδί που αποκαλύπτει την ευαισθησία του και υφίσταται εκφοβισμό από τους συμμαθητές του, είναι όψεις της ελληνικής πραγματικότητας, ρεαλιστικές και κοντινές.
Οι ήρωες είναι ζωντανοί, τόσο, που νομίζεις πως κάπου τους έχεις συναντήσει: δεν μπορείς, διαβάζοντας το «Ζεϊμπέκικο», να μη νιώσεις πως έχεις μπροστά σου τη Λίτσα να χορεύει καθισμένη στο αναπηρικό καρότσι της, ή, διαβάζοντας τον «Ταρζάν», να μην ακούσεις τις ιαχές του πιτσιρικά στην ταράτσα.
Ολοκληρώνοντας το διάβασμα των διηγημάτων, τα συναισθήματα που κυριαρχούν είναι η μελαγχολία, άλλοτε υποδόρια άλλοτε καταλυτική, η μοναξιά, η νοσταλγία, η ματαίωση. Μας αφήνει όμως και την αίσθηση μιας φιλοσοφικής θέασης της ανθρώπινης αδυναμίας.
Άλλα σημαντικά μοτίβα που επανέρχονται είναι η αντίθεση ανάμεσα στις γενιές αλλά και η αόρατη κλωστή που τις συνδέει, η γνώση του αναπόδραστου της απώλειας, η σημασία της προσφοράς, αλλά και η ίδια η φωτογραφία ως αντικείμενο με δική του ζωή… Εμείς είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε πολλά από αυτά τα διηγήματα, παλιότερα, πριν δεθούν σε συλλογή. Κάποια από αυτά τα μοιράστηκε η συγγραφέας πριν χρόνια, σε λογοτεχνική συνάντηση / εργαστήριο που κάναμε, με τους βιβλιοφάγους των μεγάλων τάξεων του δημοτικού: ακόμα θυμάμαι το πόσο τα απόλαυσαν τα παιδιά και τα απίστευτα εύστοχα σχόλια που έκαναν πάνω στον «Κομπάρσο».
Διαβάστε τα διηγήματα της Camera Obscura: είναι πολύχρωμα βότσαλα από τον βυθό του ανθρώπινου ψυχισμού μαζεμένα ένα-ένα. Θα τα απολαύσετε κι εσείς!